μαύρος άνεμος

μια ανάσα φιλάει τον λαιμό μου
μάτια κλειστά
ζηλεύει μέρα το όνειρό μου

τριγύρο όλα μαύρα μόνο μουσική
και η ανάσα
ομορφη κίνηση κρεμιέται σε σκοινί

η πολή φεύγει πίσω ξαφνικά
νεκρά παιδιά
ολα τριγύρο είναι σκοτεινά

μια πολυθρόνα λαμπει -κάτω φως
ματια κλειστά
φοβάμαι τρέχω να σε φτάσω ο τρελός

τα χέρια τρεμουν σαν παιδιά στο κρύο
και η ανάσα
μένει εκεί - μένουμε μόνο εμείς οι δύο

μένουμε μόνοι μας
εγώ
και η ανάσα
στα σκοτεινά
στη πολυθρόνα
πιο κάτω φως
γυρω παιδιά
μικρά
νεκρά παιδιά
μας τραγουδάνε

βίον ανθόσπαρτον

Ταξίδι μακρινό

Φοβάμαι, τα χέρια μου τρέμουν αφήνοντας κάτω το άδειο ποτήρι. Καπνοί ξεχοιλίζουνε και χάνονται σαν άγγελοι φτιαχτών ονείρων.  Η λάμπα γυρισμένη στο τοίχο να κρύβει -το-μαύρο πρόσωπο. Ο Ηθοποιός  αρχίζει σιγά σιγά να περπατάει και κάθε βήμα του γίνεται πιο ηχηρό μέχρι που χτυπάει τα πόδια του δυνατά πάνω στην παλιά σκηνή και ο ιδρώτας τρέχει κρυφά στο μέτωπο. Μια γάτα στο βάθος σβήνει στην σκιά ενός παλιού κάδου. Δίπλα της ένα ψαροκόκκαλο. Ένα ξύλινο ψαροκόκκαλο μια παραίσθηση γλυκιά που κρατάει για λίγο. Τα πόδια τρίζουνε και ο καθηγητής κοιτάει γύρω γύρω στην τάξη, νοιώθεις ένοχη. Το λιωμένο τακούνι δημιουργεί ήχους ικανούς να συνοδεύσουν  ένα ροκ κομμάτι. Οι ανάσες δυναμώνουν, το σώμα παίρνει φωτιά και μια λουρίδα φως διασχίζει το πλήθος. Ένας ήχος βιολιού φωτίζεται και κρέμεσαι από κάθε επόμενη νότα σαν να φωβάσαι μην πέτσεις και σκοτωθεις. Σκοτώθηκες μια φορά,και δύο να ταν εσύ σκοτώθηκες μια φορά. από εμένα. Σε σκότωσα πριν καν σε δημιουργήσω. σε σκότωσα. όλο σε σκότωνα. καθε λεπτό. κάθε γαμημένο λεπτό σε σκότωνα σα να σουνα εχθρός μου, εχθρός που δεν ήξερα. Μαύρες εικόνες γεμίζουν το πορτοκαλί τοπίο και όλα κρύβονται τώρα. Μέχρι και οι σκιές των δέντρων χανονται μέσα στο αποκορύφωμα της τρέλας τους. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Τα πάντα τώρα δείχνουν πολύ μακριά. Η θάλασσα μου φωνάζει σαν άλλη Σειρήνα να πάω κοντά της. Πηδάω. νοιώθω ελεύθερος. Ο βυθός είναι καθαρός, στο βάθος γαλάζιο φτιάχνουν οι άσπρες πέτρες. Τα τελευταία ψάρια χάνονται στην μικρή απόχη. Ο μικρός τα πιάνει και τα αφήνει χωρίς ποτέ να τα κρατάει. Η απόχη μένει άδεια πάντα στο τέλος κι όμως χαμογελάει. Με τις πατούσες φτιάχνει σχέδια στην άμμο και καμαρώνει κάτω από το φως καυτού ήλιου. Τινάζει το πινέλο στον πίνακα και διαλύει το έργο του. Σβήνει το τσιγάρο κουρασμένος απ’ την ύπαρξή του. Το κεφάλι του χάνεται μέσα σε ζούγκλες και ερήμους άδειες από νερό και ζωή. Ξαναζωγραφίζει. Ο μικρός καταράχτης με περιμένει στο βάθος. μπαίνω μέσα του και μένω εκεί το μυαλό μου στενεύει και διώνχνει ότι το θλιβερό. Μόνο η επικοινωνία με κάποιον θεό μένει στο μυαλό και στα παιδιαρίσματα ενός εφήβου. Αρχαίες κολόνες υψώνονται πάνω μας και κρύβουν το λειψό φεγγάρι. Σε φιλάω και νοιώθω ότι σε φιλάω για πάντα σε φιλάω για μία στείρα αιωνιότητα. Λίγη ώρα απομένει και ο κόσμος έχει αρχίσει και χάνεται στα γύρω στενά. Οι δρόμοι γεμίζουν με κραυγές και το πλήθος δημιουργεί μια γυάλα προστασίας από ιδέες. Κάθε τι ακουγεται μέσα σου, κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί, όλα φαίνονται πάνω στα μάτια τους. Πόνος, Μιζέρια, Πάθος, Απογοήτευση, Αγάπη. Ένα ουράνιο τόξο αισθημάτων απλώνεται γύρω από τους γκρίζους δρόμους της μεγάλης πόλης. Το παράθυρο είναι ακόμη ανοιχτό. Τρίζει στο από εμένα δειλό κλείσιμό του. Το χέρι ακόμη τρέμει και ιδρώνει σε κάθε κίνηση. Το φώς της λάμπας σβήνει και το μόνο που φάνηκε ξανά ήταν μια λάμψη που είδαν απ’ το παράθυρο. ένα σπίρτο είδαν μέχρι που ξημέρωσε.

Ο περπατητής

Τα μάτια κλείσανε σαν τελείωσε το παραμύθι.
Γλυκά μουρμουρητά σιγοτραγουδούσαν για το υπόλοιπο της νύχτας.

Πληγωμένοι καλιτέχνες παραπατάνε μεθυσμένοι σε κάποια σκαλιά σε μια πλατεία.

Ησυχία τώρα.

Το φως στον παλιό μπουφέ αναβοσβήνει και όλα γύρω του παίζουν στην μουσική εναρμόνηση της κίνησής του.
Όλα.
Οι μουσικές, οι φωνές, ο άνεμος,
όλα χαθήκανε και το μόνο που ακούγεται είναι το φως που τρεμοπαίζει
όπως τρεμοπαίζεις και εσύ αυτή την άδεια νύχτα.

Έχεις ξαπλώσει σε ένα κρεβάτι ξένο, αδειανό,
κρύο όπως το δικό μου και χάνεσαι στα όνειρα εικόνων
τριγύρω πορτρέτα νεκρών γυναικών.
 Άλλη μια άδεια νύχτα για εσένα,
για εμένα ένα κενό αύριο.
Οι εικόνες γύρω σου χάνονται κι αυτές
σαν κάποιος να κλείνει τα φώτα σιγά- σιγά.

Πονάς και πονάω
δεν ξέρω πως να αντιδράσω και πιάνομαι από ένα παγωμένο κάγκελο
στην παλιά σκουριασμένη γέφυρα χωρίς να κοιτάξω κάτω.
Κοιτάω ψηλά μήπως σε δω πριν πέσω,
μήπως μετανοιώσω.
Δεν είσαι πουθενά.
Τα φύλλα ξαφνικά αρχίζουν και στροβιλλίζονται από τον απρόσμενο χειμωνιάτικο αέρα.
Το αποφασίζω δεν μπορώ.

Τα παπούτσια μου γεμίζουν από κόκκινο χώμα στον γυρισμό από το κίτρινο
πορτοκαλί μονοπάτι μέσα στο δάσος.
Ακούγονται πουλιά να σπαράζουν, φωνές στο βάθος του μονοπατιού.
Χάνομαι μέσα από τα φυλώματα και κοντοστέκομαι μέσα σε έναν ψηλό θάμνο.
-Όπως τότε που φτιάχναμε οχειρά στα σχοίνα όταν ήμασταν παιδιά-

Θα μείνω εδώ για σήμερα να πονέσω.
Θα πονέσω πολύ ακόμα;
Θα περπατήσω μέχρι να κοπάσει,
θα περπατάω μέχρι να είναι καλά.

 Άμα χαθώ ξέρετε που θα με βρείτε.
Θα είμαι ξαπλωμένος και ήρεμος με λίγη σκουριά στα χέρια,
χαμογελαστός
ή θλιμένος.
Δεν ευθύνομαι για αυτό.

Στην σκηνή

Ήρθες και με ρωτάς σαν έλειψα,
έλειψα, λείπω ακόμα
χάθηκα σαν τους ήχους των φύλων
που σέρνονται από άνεμους δυστροπους.
ή σαν την σκόνη που φωτίζεται
σιγά σιγά
και φεύγει από τις γρίλιες
ψηλά
στο παλιό παράθυρο
πάντως χάθηκα
και δεν μπορείς να με βρείς
γύρω μου λαβύρινθοι
κι άλλοι διαδρομοι
άλλες επιλογές
τι να κάνω;
μένω στο κέντρο.
εκεί νοιώθω πιο ασφαλής
ο λαβύρινθος χάνεται.
Μένω μόνος
ένα λιβάδι πράσινο
σκουρένει.
Σύννεφα, ο ήλιος χάνεται
αρχίζει να βρέχει.
δεν βλέπω πια.
Ακούω την βροχή να ζωγραφίζει
ζωηρά το πρόσωπό μου.
Τίποτα άλλο δεν φαίνεται..
μόνο εγώ με παρέα
αμέτρητες στάλες βροχής
που με κάνουν να νοιώθω καλά.
Κανείς δεν πέθανε από λίγη βροχή..
Αφήσέ με εδώ κι ας βραχώ
Νοιώθω καλά εδώ.

Επισκέπτης

Σε βρήκα πάλι
σε έχασα μα σε βρήκα πάλι
είχες κρυφτεί βαθιά
μέσα στο μίσος
είχες σβήσει τα σημάδια σου
και εγώ σε έχανα.
όλο και πιο πολύ,
όλο και πιο μακριά
τα χερια σου πια δεν μ' ακουμπούσαν
τρόμαζα κι ας μην ήμουν μόνος
και αυτό;
αυτό με έριχνε όλο και πιο μακριά
εγώ το διάλεξα
εγώ σε έδιωξα
εγώ το έκανα κύριο του εαυτού μου
και σε έχασα.
Και φοβάμαι
θα σε ξαναχάσω
το ξέρω θα σε ξαναχάσω
μα μόνη μου ελπίδα είναι
ότι και πάλι
θα σε ξαναβρώ..

Χαθήκαμε

Χαθήκαμε
Τόσος καιρός χαμένος
τόσες λέξεις
όλα για ένα τίποτα
για μια στιγμή.
ένα λεπτό
τόσο μικρό
τόσο χαζό
τα χάσαμε όλα
και εγώ και εσύ
και μείνανε οι εικόνες
οι ψεύτικες
πλαστές εικόνες
να συντροφεύουν
την άθλια μνήμη μας.
ειδα αστέρια να πέφτουν σήμερα
δύο μικρά αστέρια.
Άδειος δεν είναι ο ουρανός χωρίς αυτά
η ψηχή μου όμως είναι.