Εμμονή

Τι θυμάσαι πια εσύ
εσύ με ξέχασες μια νύχτα του Ιούνη
Τα μάτια σου δακρύσανε
πάγωσε το βλεμα
το μίσος έγινε φωτιά
τυφώνας η καρδιά
χάθηκες στην σιωπή του σκότους
και κράτησες στα χέρια σου
πράγματα απλά
που σου έδωσα σαν ήμουν αγκαλιά σου
χαθηκες μια νύχτα του Ιούνη
τότε χάθηκες
κείνο το βράδυ
και δεν ξανάρθας ξανα πια
ήσουν το φόρεμα το άδειο του Ομήρου
εκείνο που πολέμησαν οι πρόγονοι γι αυτό
κι εγώ πολέμησα τον εαυτό μου
κατέστρεψα για άνα φόρεμα αδεινό
μαύρη καταραμένη ώρα
ψεμματα, φόβος, συνουσία
ψεύτικα πράγματα
ψεύτικη ζωή
αληθινός ο πόνος της ψυχής
που δεν καλμάρισε από τότε
έμεινα στην πρώτη του Ιούνη
δεν φεύγω από κει ότι κι αν γίνει
μαυρός κι αν γίνει ο ουρανός
όσο κι αν βρέξει και χιονίσει
πάντα θα φαίνονται στον ουρανό το αστέρια